ημισφαγής

ημισφαγής
ἡμισφαγής, -ές (AM)
σχεδόν σφαγμένος, μισοσφαγμένος, μισοπεθαμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι-* + -σφαγής (< σφάζω), πρβλ. αυτο-σφαγής, νεο-σφαγής].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ἡμισφαγεῖς — ἡμισφαγής half slain masc/fem acc pl ἡμισφαγής half slain masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… …   Dictionary of Greek

  • ԿԻՍԱԽՈՂԽՈՂ — ( ) NBH 1 1097 Chronological Sequence: 8c, 10c, 11c ա. ἠμισφαγής semimactatus. Կէս մի խողխողեալ. կիսամեռ. կիսամահ. *Սուսեր հանեալ՝ կիսախողխող զքարշօղսն առնէին. Խոր. ՟Գ. 32: *Հարկանէր, կիսախողխող յերիվարացն յերկիր կործանէր. Ասող. ՟Գ. 7:… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”